Αντόνιο Μπακέτι: Τους σκότωσε επειδή δεν αγαπούσαν… Η ιστορία του Ιταλού ποδοσφαιριστή έχει στοιχεία τραγωδίας. Και αφορά μια περίοδο πολύ φορτισμένη στη γειτονική χώρα. Από πολιτική, αλλά και κοινωνική άποψη, οι δεκαετίες από την άνοδο του Μουσολίνι έως και τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ήταν ταραγμένες. Και συχνά αιματηρές. Σ’ αυτό το ιστορικό πλαίσιο, […]

Αντόνιο Μπακέτι: Τους σκότωσε επειδή δεν αγαπούσαν… Η ιστορία του Ιταλού ποδοσφαιριστή έχει στοιχεία τραγωδίας. Και αφορά μια περίοδο πολύ φορτισμένη στη γειτονική χώρα. Από πολιτική, αλλά και κοινωνική άποψη, οι δεκαετίες από την άνοδο του Μουσολίνι έως και τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ήταν ταραγμένες. Και συχνά αιματηρές.

Σ’ αυτό το ιστορικό πλαίσιο, ο πρώτος φόνος του Αντόνιο “Τόνι” Μπακέτι ήταν μέρος μιας σκληρής πραγματικότητας. Και δικαστικά ως μη γενόμενος, στο πλαίσιο της αμνηστίας που δόθηκε στα μεταπολεμικά χρόνια. Βλέπετε, ο άνθρωπος που έπεσε νεκρός από το περίστροφο του 22χρονου, τότε, Μπακέτι στις 25 Μαρτίου του 1945, ήταν δωσίλογος. Συνεργάτης των Ναζί που από το 1943 είχαν κατακτήσει την περιοχή του Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια και είχαν επιβάλει στυγνή Κατοχή.

Και ο Μπακέτ ήταν μέλος της “Ταξιαρχίας του Οσόπο”, μιας αντιστασιακής ομάδας παρτιζάνων που πολέμησαν και το φασισμό του Μουσολίνι και, πολύ περισσότερο, τα απάνθρωπα, “‘Αρια” κτήνη των Βάφεν Ες Ες που λυμαίνονταν την επαρχία. Οι συνεργάτες τους ήταν προδότες. Σε καιρό πολέμου η ποινή για την προδοσία είναι ο θάνατος. Η εκτέλεση του Αντόνιο Κομούτσι ήταν, λοιπόν, κάτι συνηθισμένο για την εποχή. Ο Μπακέτι τον σκότωσε επειδή δεν αγαπούσε την πατρίδα και την ελευθερία της.

Οξύθυμος, παθιασμένος, μπαλαδόρος ολκής…

Όσο για τον ίδιο τον Μπακέτι, δεν ήταν και τόσο συνηθισμένος. Γιος μιας φτωχής οικογένειας της κωμόπολης Κορντόιπο, αγάπησε το ποδόσφαιρο στα 17 του, το 1940. Ήταν πνεύμα ανήσυχο. Θερμόαιμος, καυγατζής, παθιασμένος. Στο “βουνό” ανέβηκε στα 20 του. Γλίτωσε στο τσακ από την εκτέλεση μετά τη σύλληψη μιας ομάδας παρτιζάνων σαμποτέρ σ’ ένα σιδηροδρομικό σταθμό της περιοχής. Ξέφυγε την τελευταία στιγμή. Αλλά οι σύντροφοί του πιάστηκαν. Και λίγο αργότερα έπεφταν νεκροί στο απόσπασμα. Μετά την Αντίσταση, επέστρεψε στη μπάλα.

Αριστερός εξτρέμ, με εξαιρετική φυσική κατάσταση, σπουδαίος τεχνίτης, γκολτζής και με καλή αντίληψη του χώρου, δεν άργησε να βρει ομάδα. Ομάδες για την ακρίβεια. Όπου, όμως, έμενε πολύ λίγο. Τα ‘βαζε με τους προπονητές, τους αντιπάλους, τους συμπαίκτες, την κερκίδα. Απ’ το 1940 ως το 1957 πέρασε από 12 συλλόγους. Μόνο στην Αταλάντα και τη Νάπολι πέρασε 2 σεζόν. Και για την Ουντινέζε έπαιξε δύο χρονιές, αλλά σε διαφορετικές περιόδους.

Στη Νάπολη δεν ήθελε να παίζει για φασίστα προπονητή…

Στη Νάπολη λατρεύτηκε από τον κόσμο. Αλλά ο προπονητής του, Εράλντο Μοντζέλιο, που, ως ποδοσφαιριστής πήρε τα Μουντιάλ του 1934 και του 1938, ήταν υποστηρικτής του Μουσολίνι. Ο Μπακέτι δε μπορούσε να το ανεχτεί αυτό. Πήρε το καπελάκι του και έφυγε. Δεν ήθελε να παίζει σε φασιστική ομάδα. Μια μέρα, πριν από αγώνα, απλά εξαφανίστηκε. Στην Ίντερ, την ευκαιρία της καριέρας του δεν πήγαινε στις προπονήσεις.

Στα 34 του σταμάτησε τη μπάλα κι έγινε σπουδαίος σκάουτ. Είχε πραγματικό, αυθεντικό πάθος γι’ αυτή τη δουλειά. Και λάτρευε, όσο και σεβόταν τα ταλέντα που ανακάλυπτε. Δε συνέβαινε όμως το ίδιο και με τους παράγοντες που διαχειρίζονταν στη συνέχεια αυτά τα ταλέντα. Ο Μπακέτι είχε μέσα του ένα άσβεστο μίσος για την αδικία.

Ως σκάουτ, μισούσε την εκμετάλλευση των ταλέντων που ανακάλυπτε…

Και έβλεπε ότι τα παιδιά που έβρισκε και πίστευε ότι είχαν μέλλον στο ποδόσφαιρο, στην πραγματικότητα έπεφταν θύματα εκμετάλλευσης από τους συλλόγους. Γίνονταν αντικείμενα εμπορικής συναλλαγής και όχι πραγματικής φροντίδας προκειμένου να αναπτυχθούν ποδοσφαιρικά. Επιπλέον, ο οξύθυμος Μπακέτι ήταν πολύ περήφανος για τη δουλειά του. Τη θεωρούσε σημαντική, ουσίας. Πολύτιμη. Και ανάλογη ήθελε να είναι και η αναγνώρισή της.

Στο πρόσωπο του Αρμάντο Λορεντσούτι, ιδιοκτήτη πρακτορείου Τύπου και προέδρου μιας τοπικής ομάδας του Ούντινε, ο Μπακέτι βρίσκει, στις 18 Μαίου του 1974, την ενσάρκωση όλων όσα αντιπαθεί στο ποδόσφαιρο. Απαιτεί να πληρωθούν οι παίκτες που έχει ανακαλύψει. Ο Λορετσούτι όμως του απαντά απαξιωτικά. Τον χλευάζει. Ο αψίκορος Μπακέτι τον πυροβολεί στην καρδιά δυο φορές. Τον σκοτώνει επειδή δεν αγαπά τις ίδιες αξίες μ’ εκείνον.

Πέθανε στο σπίτι του, λίγο μετά από μια σπουδαία συνάντηση…

Παραδίδεται στην Αστυνομία χωρίς αντίσταση. Και χωρίς μετάνοια. “Έκανα αυτό που θεωρούσα σωστό. Απένειμα δικαιοσύνη. Κι αν ξαναβρισκόμουν στην ίδια θέση, θα έκανα ακριβώς το ίδιο”, είπε. Φυσικά, φυλακίζεται. Εκεί όμως, διαπιστώνεται ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια στους πνεύμονες και τίθεται σε κατ’ οίκον περιορισμό. Πεθαίνει στο σπίτι του, στις 9 Ιανουαρίου του 1979 λίγο πριν κλείσει τα 56 του.

Εκείνη την ημέρα θα είχε να θυμάται όχι μόνο δύο φόνους, αλλά και μια επίσκεψη που πρόσφατα είχε δεχθεί. Εκείνη του Έντσο Μπεαρζότ κι εκείνη του Ντίνο Τζοφ. Ο Μπεαρζότ κατέκτησε μετά από τρία χρόνια το Μουντιάλ του 1982 ως προπονητής της Σκουάντρα Ατζούρα.

Και ο Τζοφ συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων γκολκίπερ όλων των εποχών στον πλανήτη.

Τι συζήτησαν εκείνη την ημέρα οι τρεις τους, κανείς δεν ξέρει. Για τον πόλεμο ίσως. Ίσως για το θάνατο. Μπορεί και για το ποδόσφαιρο. Ίσως και για τον τρόπο που αυτά τα τρία μπορούν να μπλεχτούν με τρόπο τραγικό…

Κατηγορίες Ειδήσεων

Όλες οι τελευταίες Ειδήσεις για Serie A

Όλες οι τελευταίες Ειδήσεις για Αθλητικές Ιστορίες

GoogleNews Ακολουθήστε στο Google News - Sports365.gr για να μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις.

Ακουλουθήστε μας σε Facebook, Τwitter, Instagram και Youtube

Share   Tweet  

ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Θέλει να «δέσει» τον Τεό Ερναντές η Μίλαν
Ποδόσφαιρο

Θέλει να «δέσει» τον Τεό Ερναντές η Μίλαν