Το συγκλονιστικό αντίο του Παγαρτάνη στον Γεωργίου!

Το συγκλονιστικό αντίο του Παγαρτάνη στον Γεωργίου!

Οι δυο τους ήταν συνάδελφοι στον «Φίλαθλο» και έχτισαν μια δυνατή φιλία με το πέρασμα των χρόνων.

«Τέτοιες στιγμές δεν βγαίνει κείμενο δομημένο, με αρχή και τέλος. Ζορίζομαι, ρε Γιώργο. Θυμάμαι και την ατάκα σου. «Τα καλύτερα κομμάτια τα γράφεις σα να τα χέζεις. Μια κι έξω». Αυτόν τον αποχαιρετισμό νιώθω πως σου χρωστάω.

Ένας διάβολος με καλές στιγμές ή ένας άγγελος με κακές στιγμές. Τι από τα δύο, τελικά; Ο καθένας κρίνει, ακόμα κι αν δεν σε ξέρει. Το σίγουρο είναι ότι κανένας δεν σε προσπερνούσε. Είτε θετικά, είτε αρνητικά, όλοι είχαν κάτι να πουν. Για ποδόσφαιρο, για γυναίκες, για λεφτά, για ομοφυλόφιλους, για όλα.

Υπάρχει βίντεο που ο Γεωργίου τη λέει σε ομοφυλόφιλους, μάλιστα σε πρωινή εκπομπή, που τον κόψανε μετά από το πρώτο δίλεπτο. Κι από εκεί του κόλλησε η ταμπέλα ομοφοβικός. Εγώ θυμάμαι το 1992 που, στους πρώτους μήνες του «Καφενείου» στον παλιό Sprint, είχε φέρει στο στούντιο της Δήμητρος στον Ταύρο έναν τραβεστί από τη Συγγρού και έκαναν εκπομπή δύο ώρες. Συνέντευξη επιπέδου Λάρι Κινγκ. Ατάκες και ερωτήσεις στο μεδούλι, πράγματα που θα’ θελε να ρωτήσει ο καθένας.

Την υποκρισία σιχαινόταν ο Γεωργίου. Όχι τους ομοφυλόφιλους. Όσοι ξέρουμε, ξέρουμε. Δεν χρειάζεται να μαθαίνονται όλα.

Αν πρέπει να βρούμε μια λέξη, μία μόνο, για τον Γεωργίου, αυτή είναι ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΣ. Ένας άνθρωπος σαν όλους μας, με καλές και κακές πλευρές, με πάθη και με μίση, με αδυναμίες και εμμονές. Έκανε μια δουλειά, όμως, που θέλοντας και μη έβγαζε τον εαυτό του στον πολύ κόσμο. Κι όμως, αντίθετα απ’ ότι κάνει το 99,99999% όσων βγαίνουν στο μικρόφωνο ή το γυαλί, δεν έβαζε προσωπείο. Ούτε πρόσεχε τι έλεγε, τι έκανε. Τα ίδια θα σου έλεγε αν ήταν στο ΟΝ η κάμερα, το μικρόφωνο, κι αν ήταν στο ΟFF. Σπάνιο.

Δεν ντρεπόταν τίποτα και κανέναν. Του άρεσε και να σοκάρει. Μεγάλο μάθημα. Ντου και πάμε. Θράσος, ρε. Αυτοπεποίθηση. Μαγκιά. Μπούκα.

Το τι πέρασα μαζί του, δεν γράφεται. Δεν μπορεί να γραφτεί αναλυτικά. Στον «ΦΙΛΑΘΛΟ» είχαμε τα τυπικά, εκείνος υπεύθυνος για τους «Αιφνιδιασμούς», την παρασκηνιακή στήλη, του έδινα κείμενα να βάλει. Είχε χάρισμα. Άλλαζε μια λέξη και γινόταν το κείμενο πιο γλυκό, πιο χιουμοριστικό, πιο πιασάρικο. Δεν του παραπονέθηκα ποτέ. Κανείς δεν του παραπονέθηκε.

Ούτε «μάθημα» έκανε. Σε αντίθεση με άλλους, αρχής γενομένης από τον Καραγιαννίδη, που σ’ έπιαναν και σου εξηγούσαν. Εγώ είχα την ευλογία να με ξεσκολίσουν, εκτός του Καραγιαννίδη, ο Μανώλης Μανουσέλης, ο Χρήστος Σιέμπης, ο Σπύρος Τσάμης, ο Στέλιος Σοφιανός. Του Γεωργίου στα παπάρια του τα μαθήματα.

Τα έπαιρνες μόνος σου, βέβαια. Την άλλη μέρα έβλεπες τον «Αιφνιδιασμό» αλλαγμένο. Κράταγες το χαρτί που είχες γράψει και έκανες τις συγκρίσεις. Και μάθαινες.

Το 1992, στον πρώτο Sprint, ξεκίνησε το «Καφενείο». Ζόρικο πράμα. Η μοναδική εκπομπή που έβγαζε ακροατές στον αέρα τότε ήταν το «Ράδιο Αθήνα», με τον Γαργαλάκο. Δεν ξέρεις ποιος είναι στη γραμμή, πώς θα τον κουλαντρίσεις. Και βγαίνει ο Γεωργίου και παίρνει σώβρακα. Με την αυθεντικότητά του, τις ατάκες του, τις ροκιές που έβαζε ανάμεσα σε δύο τηλέφωνα.

Έτριβε τα χέρια του ο Σιέμπης. Όλο αυγό.

Έτσι ήλθε και η ιδέα της στήλης «Καφενείο» στον «ΦΙΛΑΘΛΟ». Ατάκες που άλλοτε του έλεγαν και τις προσάρμοζε, άλλοτε του τις τηλεφωνούσε ο Ιγνατίου, άλλοτε τις έβγαζε μόνος του. Απόλαυση.

Από μπάσκετ δεν ήξερε. Έβλεπε, όμως, την κάψα του κόσμου να μιλήσει και γι’ αυτό. Με πιάνει ένα μεσημέρι και μου λέει «έλα το βράδυ να κάνουμε μαζί εκπομπή». Εγώ τότε στην μπασκετική εκπομπή του Sprint, κάθε μεσημέρι. «Χωρίς λεφτά εννοείται». Χα! Τι λεφτά να διεκδικήσεις από το μηδέν μπάτζετ; Πήγα με υστεροβουλία. Στο κάτω-κάτω, θα με μάθει και περισσότερος κόσμος, έτσι σκέφτηκα.

Έτσι ξεκίνησε η στενή μας σχέση. Που πέρασε από μέρη και από καταστάσεις που ούτε μπορούσα να φανταστώ ότι θα ζούσα: Από μπαρμπουτιέρες γεμάτες καπνό και μπουρδελότσαρκες με Αλεξαντρίν και Πόπη, μέχρι μεταμεσονύκτιες επισκέψεις σε σπιταρώνες στα βόρεια προάστια για να χαλβαδιάσουμε αυτός με τη μάνα κι εγώ με την κόρη, και παράνομες λέσχες κοντά στον παλιό ιππόδρομο. Και μπάλα, πολλή μπάλα.

Και Τάσο. Τον λάτρευε. Και λάτρευε και όποιον λάτρευε τον Τάσο. Νομίζω ότι γι’ αυτό με συμπάθησε, στην αρχή. Έφερνε συχνά τον Τάσο στον «ΦΙΛΑΘΛΟ». Όλοι τον αγαπούσαν τον πιτσιρικά, εγώ τότε είχα λίγο χρόνο παραπάνω και μιλούσαμε. Το έβλεπε. Δεν το ξέχασε.

Τον γνώρισα όταν είχε μεγάλες αφραγκίες. Δάγκωνε, ναι. Οι περισσότεροι το θέλανε να του δίνουνε. Κάποιοι δεν το ήθελαν, απομακρύνθηκαν. Από ανάγκη ήταν, όπως κατάλαβα αργότερα, όχι από επιλογή. Στο μπαρμπούτι ένα βράδυ ξετίναξε την κουβέρτα. Πάνω από τρία εκατομμύρια δραχμές τους πήρε, από κάτι της λαχαναγοράς οι περισσότεροι. Γυρνάει και μου βάζει 150 χιλιάρικα στην τσέπη. Δύο μισθούς.

Αργότερα έπιασε λεφτά. Τα’ φερνε και τα’ παιρνε. Οι εκπομπές του έκαναν γκελ. Καθιέρωσε φράσεις. Πιο γνωστή το «ήμαρτον». Κι άλλες. «Όχι άλλα πλυντήρια». «Χου,ρε». «Τα νεφρά μου, παλιόπουστα». «Σοφή η μαλακία σου». Κι άλλα, αμέτρητα. Πολλοί πήγαν να τον μιμηθούν. Δεν μπόρεσαν να κοπιάρουν την αυθεντικότητά του. Δεν γίνεται. Για τον Μητσικώστα και τον Τσουβέλα έχω ακούσει να λέει τα καλύτερα. Τους τα’ χει πει και κατ’ ιδίαν, νομίζω.

Για τα δόντια, το’ χε εξηγήσει ο ίδιος τι πέρασε και πώς του πέσανε. Ένα μεσημέρι, όταν είχε αρχίσει να παίρνει την άνω βόλτα οικονομικά, με παίρνει από το χέρι, πάμε παράμερα, σ’ ένα μικρό δωματιάκι δίπλα στο στούντιο. Μου γυρνάει την πλάτη, βάζει το χέρι στην τσέπη και εμφανίζεται με μασέλα. Γούρλωσα τα μάτια. «Τι, ρε, δεν σ’ αρέσουν»; Τι να πεις εκείνη την ώρα; Όχι δεν είναι αυτό, αλλά με ξάφνιασες. «Άσε ρε, δε θα τη βάλω. Ο κόσμος με γνώρισε φαφούτη, έτσι θα πεθάνω». Μετά είπε ο ίδιος ότι την είχε φυλάξει τη μασέλα στο κομοδίνο του.

Και μετά ήλθε η Ευγενία. Ο άνθρωπος που τον άλλαξε. Τον έστρωσε. Τον έβαλε σε καλούπι, όσο μπορεί να μπει ένας άνθρωπος έμπειρος και περπατημένος, όπως αυτός. Σε λίγο ήλθε και η Σταυρούλα, ο άλλος μεγάλος του έρωτας. Για χρόνια, δεν υπήρχε άλλο θέμα συζήτησης. Η Σταυρούλα, η Σταυρούλα. Του’ λεγες για μπάλα, σου’ λεγε για το μπαλέτο της Σταυρούλας.

Μπάλα, από τεχνική άποψη, δεν ήξερε. Από overlap και τρίγωνα και πρώτες μπάλες και τέτοια άλλα, λίγα πράματα. Άκουγε, όμως. Μιλούσε πολύ συχνά με προπονητές, του λέγανε και μάθαινε. Με τον Αλέφαντο ήταν πολύ κοντά. Όταν ερχόταν ο Νικόλας στον «ΦΙΛΑΘΛΟ», τους βάζαμε σε δύο καρέκλες στη μέση. Και ρουφούσαμε.

Το χάρισμά του δεν ήταν η ανάλυση. Ήταν η αποτύπωση με λέξεις αυτού που έχεις δει. Με συναίσθημα, με εξυπνάδα, με αντικειμενικότητα. Σκληρή πολλές φορές. Σ’ αυτό ήταν ασυναγώνιστος.

Λένε ότι ήταν βασανισμένος απ’ αυτά που πέρασε. Το τι κουβαλάει ο καθένας στην ψυχή του δεν το ξέρει κανείς. Εγώ είδα ότι έζησε τη ζωή όπως του ήλθε. Πέρασε από πολλά. Από τα πάνω και τα κάτω. Το φιλοσόφησε. Δεν έχει χαρές μόνο η ζωή, δεν έχει και μόνο πίκρες. Απλά, αυτός τις μοιράστηκε. Δεν φοβήθηκε να τα βγάλει, να τα πει. Να τσαλακωθεί. Ποτέ του.

Θα περάσει στην ιστορία της αθλητικής δημοσιογραφίας ως ένας ρόλος. Αυτός του τύπου που τον συναντούσες παλιά πολύ συχνά (και πλέον σπάνια) στην εξέδρα τοπικών ποδοσφαιρικών αγώνων ή σ’ ένα καφενείο, να παίρνει αφορμή από αυτά που γίνονται στο γήπεδο ή στη ζωή και να πετάει ατάκες. Άλλοτε βαθιά φιλοσοφημένες, άλλοτε ανατριχιαστικές, άλλοτε χιουμοριστικές.

Σ’ αυτό το ρόλο ήταν Μινωτής και Χορν μαζί. Γιατί δεν χρειαζόταν να παίξει, να υποκριθεί. Ήταν ο εαυτός του.

Καλή αντάμωση, Γεωργίου».

GoogleNews Ακολουθήστε στο Google News - Sports365.gr για να μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις.

Ακουλουθήστε μας σε Facebook, Τwitter, Instagram και Youtube

Share   Tweet  

ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Άρης: Αγωγή Καρυπίδη σε αθλητική εφημερίδα
Ποδόσφαιρο

Άρης: Αγωγή Καρυπίδη σε αθλητική εφημερίδα

Λίβερπουλ: “Οι ρεντς προσφέρουν τριετές συμβόλαιο στον Αμορίμ”, αποκάλυψε Πορτογάλος δημοσιογράφος
Ποδόσφαιρο

Λίβερπουλ: “Οι ρεντς προσφέρουν τριετές συμβόλαιο στον Αμορίμ”, αποκάλυψε Πορτογάλος δημοσιογράφος

Opta: Ο υπερυπολογιστής της «βγάζει» πρωταθλήτρια τη Μάντσεστερ Σίτι
Ποδόσφαιρο

Opta: Ο υπερυπολογιστής της «βγάζει» πρωταθλήτρια τη Μάντσεστερ Σίτι